- κυκλωνογένεση
- η(μετεωρ.) η διεργασία κατά την οποία εκδηλώνεται, αναπτύσσεται και ισχυροποιείται ένα κέντρο χαμηλών πιέσεων, δηλ. ένας κυκλώνας.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κυκλογένεση — η (μετεωρ.) το σύνολο τών φαινομένων τα οποία καταλήγουν στη δημιουργία ενός κυκλώνα, η κυκλωνογένεση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cyclogenesis < cyclo (< αγγλ. cyclone < κύκλος) + genesis (< λατ. genesis < γένεσις)] … Dictionary of Greek